Τι μπορούμε να διαχειριστούμε σε μία σύγκρουση
Τι μπορούμε να διαχειριστούμε σε μία σύγκρουση

Σε κάθε μορφή και είδος σχέσης – μεταξύ των μελών μίας οικογένειας, ανάμεσα σε ένα ζευγάρι, στα πλαίσια ενός φιλικού δεσμού, στο εργασιακό περιβάλλον ή στην καθημερινή αλληλεπίδραση με αγνώστους – υπάρχει μία διαρκής δοκιμασία της ετοιμότητας μας να ανταπεξέλθουμε σε πιθανές τριβές και κρίσεις.
Όλοι έχουμε βρεθεί κάποια στιγμή σε μία τέτοια κατάσταση. Και επειδή ακριβώς τη ρήξη με έναν άλλον άνθρωπο συνήθως δεν την αντιλαμβανόμαστε ως μία ευχάριστη εμπειρία, αισθανόμαστε την ανάγκη να αποφεύγουμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Ενίοτε μάλιστα αυτή η ανάγκη γίνεται τόσο επιτακτική, ώστε θέτουμε ως στόχο και προσπαθούμε να εξαλείψουμε κάθε ενδεχόμενο σύγκρουσης απ’ τη ζωή μας.
Είναι όμως η προσπάθεια εξάλειψης κάθε ενδεχομένου ένας ρεαλιστικός στόχος? Σε σημείο μάλιστα που να θεωρούμε προσωπική μας αποτυχία αν έρθουμε κάποια στιγμή σε διένεξη?
Η σύγκρουση από μόνη της είναι ένα γεγονός ούτε σπάνιο, ούτε κάτι που εύκολα αποφεύγεται. Είναι αναπόδραστη συνέπεια της αλληλεπίδρασής μας με τους άλλους συνανθρώπους μας.
Θα συμβεί κάποια στιγμή, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ακόμα και οι πιο διαλλακτικοί και απρόθυμοι για εντάσεις άνθρωποι να είμαστε, αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα εμπλακούμε σε κάποιας μορφής ρήξη.
Συγκρούσεις συμβαίνουν παντού γύρω μας στο φυσικό κόσμο από το υποατομικό επίπεδο μέχρι και το μακρόκοσμο, τον κόσμο των αστρικών σωμάτων. Και εμείς είμαστε φυσικά όντα και ως τέτοια δεν μπορούμε ρεαλιστικά να περιμένουμε πως δε θα έρθουμε κάποια στιγμή σε σύγκρουση μεταξύ μας.
Ας μην είμαστε λοιπόν αυστηροί με τον εαυτό μας και ας μη θεωρούμε προσωπική μας αποτυχία, αν εν τέλει οδηγηθούμε σε ρήξη. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε πως η ενοχή αυτό που κάνει είναι να μας εγκλωβίζει σε μία κατάσταση αυτό-κατηγορίας και δε μας επιτρέπει να δούμε καθαρά βιώσιμους τρόπους επίλυσης μίας κατάστασης.
Όσο ικανοί και αν είμαστε, όσο φιλήσυχοι και αν είμαστε, δε θα μπορέσουμε ποτέ να αποφύγουμε εξ ολοκλήρου τις συγκρούσεις. Δεν υπάρχει όμως κανένας λόγος να μας αποθαρρύνει αυτή η διαπίστωση.
Διότι οι συγκρούσεις στις οποίες αναπόφευκτα θα εμπλακούμε ανεξάρτητα από το πόσο ικανοί και φιλήσυχοι είμαστε, μπορούν να γίνουν μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να δούμε και να κατανοήσουμε πτυχές τόσο δικές μας όσο και των σχέσεών μας, για τις οποίες προηγουμένως δεν είχαμε σαφή εικόνα. Και κατά συνέπεια να εξελίξουμε τόσο τις σχέσεις μας αυτές, όσο και τον ίδιο μας τον εαυτό.
Αντί λοιπόν να προσπαθούμε να εξορκίσουμε κάθε πιθανότητα ρήξης, θα ήταν πιο αποτελεσματικό να εστιάσουμε σε αυτές τις πτυχές που ρεαλιστικά μπορούμε να διαχειριστούμε. Αυτές είναι:
i) η συχνότητα, το πόσο συχνά δηλαδή φιλονικούμε με το ίδιο ή διαφορετικά άτομα,
ii) η ένταση της κρίσης
iii) η χρονική διάρκεια, δηλαδή αν έχουμε την πρόθεση να κάνουμε άμεσα βήματα για να την επιλύσουμε ή αν την αφήνουμε να σέρνεται και να διαιωνίζεται.
Το ουσιαστικό ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θα καταφέρουμε να μη συγκρουστούμε.
Το ουσιαστικό ζήτημα είναι πως θα διαχειριστούμε τη σύγκρουση που ενδέχεται να προκύψει, ώστε:
 να μην επαναληφθεί για τον ίδιο λόγο
 να μην εκδηλωθεί με τον ίδιο τρόπο
 να μη συντηρείται η συγκρουσιακή κατάσταση/ατμόσφαιρα για μεγάλο χρονικό διάστημα
 να μην καταστρέψει τις δυνατότητες αποκατάστασης της σχέσης

Add Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *